Άρθρο: «Η επανασύσταση του ΥΜΑΘ βάση για την ανάπτυξη στη Β. Ελλάδα»

Άρθρο: «Η επανασύσταση του ΥΜΑΘ βάση για την ανάπτυξη στη Β. Ελλάδα»

Άρθρο του ΥΜΑΘ, Θεόδωρου Καράογλου, στο περιοδικό «Βιοτεχνικός Κόσμος» του ΒΕΘ

 

Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας βρίσκεται στη δίνη της μεγαλύτερης κρίσης που βιώνει η παγκόσμια οικονομία κατά τη μεταπολεμική περίοδο.

Ενθυμούμενος, ωστόσο, τη φράση του πρώην Προέδρου των Η.Π.Α, Ντουάϊτ Αϊζενχάουερ, πως «η απαισιοδοξία ποτέ δεν κέρδισε μια μάχη», ανήκω σε εκείνους που συνεχίζουν να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο.

Η μεθοδική προσπάθεια που καταβάλει η Κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά να βγει η Ελλάδα από την παρατεταμένη ύφεση, αποδεικνύει πως δεν είναι μακριά ο καιρός που η πατρίδα μας και ειδικότερα η Βόρεια Ελλάδα, θα αποκτήσουν και πάλι αναπτυξιακό πνεύμα.

Μέλημα μας είναι η Μακεδονία και η Θράκη, οι οποίες από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 βρίσκονται σε συνεχή διαδικασία υπανάπτυξης, να αποκτήσουν αποτελεσματικό σχέδιο ανάκαμψης, αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι ακόμη ένα χαμένο στοίχημα. 

Η επανασύσταση του ΥΜΑΘ θέτει στέρεες βάσεις προκειμένου η Βόρεια Ελλάδα να επανέλθει στο επίκεντρο των εγχώριων και διεθνών οικονομικών εξελίξεων, αποκτώντας και πάλι ανταγωνιστικό χαρακτήρα.

Ένα χαρακτήρα, ο οποίος θα καλύψει χρόνιες υστερήσεις και θα καταστήσει αυτήν την «ευαίσθητη» περιοχή της πατρίδας μας πυλώνα επενδύσεων, αναδεικνύοντάς την παράλληλα σε πρότυπο περιφερειακής ανάπτυξης.

Κινούμενο προς αυτήν την κατεύθυνση, το νέο Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης ξεκίνησε κύκλο επαφών με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και εκπροσώπους τοπικών φορέων, πανεπιστημίων και επιστημονικών συλλόγων, προκειμένου να καταρτίσουμε από κοινού την αναπτυξιακή ατζέντα. 

Διότι αυτό που προέχει σήμερα είναι να επαναφέρουμε τη Βόρεια Ελλάδα στον αναπτυξιακό και επενδυτικό χάρτη, εξελίσσοντας την σε ισχυρό οικονομικό και εθνικό βραχίονα της χώρας.

Ξέρω ότι αυτό το εγχείρημα εμπεριέχει πολύ μεγάλο βαθμό δυσκολίας. Γνωρίζω, όμως, ότι για να πετύχουμε ένα στόχο, πρέπει να θέσουμε αρκετά ψηλά τον πήχη των απαιτήσεων και των διεκδικήσεων.

Προσελκύοντας επενδύσεις, στηρίζοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας την τοπική οικονομία, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής και υλοποιώντας τα έργα υποδομής, θα δημιουργήσουμε κατάλληλες ευκαιρίες ανάπτυξης οι οποίες, με τη σειρά τους, θα συμβάλλουν τα μέγιστα στην αύξηση της απασχόλησης, στη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων και στην τόνωση της εξωστρέφειας.

Στην προσπάθεια αυτή χρειάζεται η συμβολή όλων μας καθώς δεν περισσεύει κανείς.

Παράλληλα, γνωρίζοντας ότι η αποβιομηχάνιση αποτελεί εδώ και χρόνια το κυριότερο πρόβλημα της Βόρειας Ελλάδας, μελετούμε από κοινού με τα Υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης τη δημιουργία ενός πλαισίου με επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα.

Πρώτος στόχος αυτής της προσπάθειας είναι ο περιορισμός της φυγής ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό και δεύτερος ο επαναπατρισμός όσων έχουν ήδη εγκατασταθεί σε χώρες όπως η  Βουλγαρία ή τα Σκόπια.

Ένα τέτοιο κίνητρο θα μπορούσε, για παράδειγμα, να είναι η θέσπιση ειδικών ζωνών χαμηλών φορολογικών συντελεστών, καθώς δεν νοείται ο συντελεστής φορολόγησης στη χώρα μας είναι 45% και στις γειτονικές χώρες μόλις 10%.

Επιπρόσθετα, πολύτιμη βοήθεια στην προσέλκυση νέων επενδύσεων θα αποτελέσει η ένταξη στο Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης των αρμοδιοτήτων της Επιχειρησιακής Μονάδας Ανάπτυξης, η οποία έχει καταργηθεί.

Βάσει της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης που κατατέθηκε στη Βουλή, «οι αποφάσεις επί των αιτήσεων και ενστάσεων για επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στην καταργηθείσα Επιχειρησιακή Μονάδα Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, εκδίδονται από τον Υπουργό Μακεδονίας και Θράκης».

Πρόκειται για μια εξέλιξη η οποία απελευθερώνει την ανάπτυξη της οικονομίας, της αγοράς και των επενδύσεων από τη γραφειοκρατική ομηρία που βρίσκονταν μέχρι σήμερα, καθώς επιτρέπει στους υποψήφιους επενδυτές να διεκπεραιώνουν στη Θεσσαλονίκη μια σειρά ζητημάτων για τα οποία, μέχρι πρότινος, έπρεπε να μεταβαίνουν στην Αθήνα, δαπανώντας πολύτιμο χρόνο και χρήμα.

Σε κάθε περίπτωση, για μια χώρα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, η επανεκκίνηση της οικονομίας, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση ανάπτυξης.

Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα το οποίο καλούμαστε και πρέπει να κερδίσουμε.

Οφείλουμε, λοιπόν, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας στην εθνική προσπάθεια να ξεπεράσουμε την κρίση και, λαμβάνοντας υπόψη τα λάθη του παρελθόντος, να αλλάξουμε νοοτροπία και συμπεριφορά.

Ο δρόμος που έχουμε μπροστά μας είναι ανηφορικός και μας οδηγεί στο να αποκτήσουμε ανταγωνιστική οικονομία.

Κάθε τι άλλο, κάθε τι που συντηρεί τον κρατισμό και τη μηδενική παραγωγή, μας κρατά όμηρους του χθες και μας «βυθίζει» ακόμα περισσότερο στο φαύλο κύκλο της ύφεσης.

Τη δεκαετία του 1990 η Θεσσαλονίκη είχε όλα τα εχέγγυα να εξελιχθεί σε Μητροπολιτικό Κέντρο των Βαλκανίων.

Δεν τα κατάφερε.

Το γιατί, πρέπει να μας προβληματίσει και να έχει διδακτικό χαρακτήρα.

Σήμερα, ωστόσο, η Βόρεια Ελλάδα μπορεί και πρέπει να γίνει πεδίο δυναμικής ανάπτυξης, δημιουργώντας πολλαπλασιαστικά οφέλη στην εγχώρια αγορά.

Και επειδή το αύριο είναι μια άλλη ημέρα, στην οποία δεν πρέπει να υπάρχουν χαμένες ευκαιρίες, οφείλουμε να εργαστούμε μεθοδικά στο σήμερα και να στρέψουμε το βλέμμα στο μέλλον των παιδιών μας.